MENU

Η πλειοψηφία του Τύπου εξυμνεί τον Δημήτρη Μελισσανίδη, σημειώνοντας ότι έχει κάνει τα πάντα για την ομάδα, κάτι με το οποίο διαφωνώ. Ο «αιμοδότης» της ΑΕΚ, πράγματι έχει κάνει πάρα πολλά, αλλά μπορεί να κάνει πολλά παραπάνω, αρκεί να κλείσει τα αυτιά στους κόλακες.

Τα φετινά επιτεύγματα της ΑΕΚ είναι πράγματι αξιοθαύμαστα, αλλά δεν είναι αυτά που θα εξασφαλίσουν αυτάρκεια, διάρκεια και βάσεις στην ομάδα για να διατηρήσει την κυριαρχία της για πολλά χρόνια ακόμα.

Η ιστορία δείχνει πάντα το μέλλον, γι’ αυτό οφείλουμε να κάνουμε αναδρομές και αναδίφηση με τη δέουσα προσοχή. Ειδικά, η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά διδακτική…

Ο Σωκράτης Κόκκαλης, στα 17 χρόνια θητείας του στον Ολυμπιακό εξασφάλισε στους «ερυθρόλευκους» ένα νέο γήπεδο ποδοσφαίρου (στερώντας από την ΑΕΚ το δικό της, για να μην ξεχνιόμαστε)  και πανηγύρισε 12 Πρωταθλήματα, 4 Κύπελλα, 4 Νταμπλ και 3 Σούπερ Καπ στο ποδόσφαιρο, καθώς και 5 Πρωταθλήματα, 3 Κύπελλα, 2 Νταμπλ και 1 Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στο μπάσκετ.

Ωστόσο, δεν κατάφερε μόνο αυτά… τις σχεδόν δύο δεκαετίες που έμεινε στην ηγεσία της ομάδας «βάπτισε» μία γενιά οπαδών, «εθισμένων» στη νίκη, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει το 2010 κακήν-κακώς με το γήπεδο να τον αποδοκιμάζει με συνθήματα όπως: «Κοίτα πως κατάντησες τον Ολυμπιακό;» και «Σωκράτη ξύπνα και άκου την 7, ομάδα για να φτιάξεις χρειάζονται λεφτά».

Ανάλογη πορεία είχε και η σχέση των οπαδών του Παναθηναϊκού με την οικογένεια Βαρδινογιάννη, η οποία είχε δημιουργήσει ένα πρότυπο προπονητικό κέντρο υψηλών προδιαγραφών, οργανώνοντας υποδειγματικά τις ακαδημίες με την ομάδα να κάνει θαυμαστές πορείες στην Ευρώπη. Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης βρέθηκε στο «τιμόνι» της ΠΑΕ για 21 ολόκληρα χρόνια, αποχώρησε το 2000 και επί θητείας του το «τριφύλλι» πανηγύρισε 6 πρωταθλήματα, 9 Κύπελλα και τρία Σούπερ Καπ. Στη μετά «καπετάνιου» εποχή, με τον Γιάννη Βαρδινογιάννη στην προεδρία, οι πράσινοι έκαναν ένα Νταμπλ το 2004. 

Μπορεί τα τελευταία χρόνια προτού διακόψει κάθε σχέση με τον Παναθηναϊκό, η οικογένεια, οι επιτυχίες που κατέγραψε ο σύλλογος να ήταν λιγοστές, ωστόσο ήταν ταμειακώς εντάξει, προνόμιο που τα επόμενα χρόνια είχαν ελάχιστες ελληνικές ΠΑΕ!

Το γυαλί μεταξύ των δύο πλευρών λοιπόν, ράγισε οριστικά το 2008, όταν σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, 35.000 οπαδοί της ομάδας έφτασαν να κάνουν πορεία διαμαρτυρίας από το Πεδίον του Άρεως προς το γήπεδο «Απόστολος Νικολαΐδης», με πανό «Πούλα την ΠΑΕ άχρηστε οδηγέ», απευθυνόμενοι στον τότε πρόεδρο, Γιάννη Βαρδινογιάννης και συνθήματα όπως: «Γ@μιέται ο Σήφης, γ@μιέται κι ο Βαρδής, πουτ@να οικογένεια να πας να γ@μηθείς».

Σε τεντωμένο σχοινί ακροβατούν και οι σχέσεις της Οriginal με τον Δημήτρη Μελισσανίδη, με τους οπαδούς να συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένα δίχρονα που αν δεν πάρουν αυτό που θέλουν, όταν το ζητήσουν να χάνουν την ψυχραιμία τους. Βεβαίως τα όρια σε μία σχέση τα βάζουν πάντα και οι δύο πλευρές...

Η ιστορία λοιπόν, δείχνει ότι για να μείνεις, πλέον, για πάντα στις καρδιές των φίλων της ομάδας κάτι πρέπει να κάνεις διαφορετικά…

Και αυτό το κάτι, είναι ένα εγχείρημα πολύ πιο απαιτητικό από ένα project όπως η κατασκευή του γηπέδου και η κατάκτηση τίτλων.

Έχει να κάνει με τη διάρκεια στον χρόνο. Με το να διασφαλίσεις ότι η ΑΕΚ ή η εκάστοτε ΠΑΕ θα συνεχίσει να υπάρχει και να πρωταγωνιστεί και για τα επόμενα 100 χρόνια, ακριβώς όπως τα προηγούμενα.

Στα 99 χρόνια ιστορίας της ΑΕΚ από την ίδρυση της έχουν αλλάξει πολλά, ένα από αυτά και η νοοτροπία των οπαδών.

Ο κόσμος ξέχασε πως να αγαπά την ομάδα και στις καλές και στις κακές, οι οποίες αναπόφευκτα έρχονται κάποτε και γι’ αυτό οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι, όσο είμαστε δυνατοί.

Η αλλαγή νοοτροπίας του Έλληνα οπαδού όμως είναι πολυσύνθετο θέμα, έχει να κάνει με την αντίληψή του, όχι μόνο για το ποδόσφαιρο, αλλά συνολικά με το ελληνικό γίγνεσθαι. Είναι η στιγμή που πρέπει να γίνει μία τομή και να αποφύγουμε την πεπατημένη, στη λογική του ισχυρού που κυριαρχεί, σε ένα περιβάλλον αμφισβήτησης και τοξικότητας, το οποίο πυροδοτεί περιστατικά βίας σχεδόν σε καθημερινή βάση πια.

Ο κόσμος της ΑΕΚ πρέπει να «εκπαιδευτεί» ξανά από την αρχή να αγαπά και να απολαμβάνει το ποδόσφαιρο, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, ώστε σε 10-20 χρόνια από σήμερα να εξακολουθεί να είναι γεμάτο το γήπεδο.

Όταν η ΟΠΑΠ Αρένα θα πάψει να είναι καινούρια και δεν θα υπάρχει πια ο ενθουσιασμός της κατάκτησης των τίτλων που μας έχει πλημμυρίσει σήμερα όλους.

Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, ούτε και ρομαντικής κομεντί, αλλά ένα business master plan, αν αναλογιστεί κανείς ότι το τηλεοπτικό προϊόν στην Αγγλία κοστολογείται με 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ, όταν στην Ελλάδα είναι μόλις 65 ψωροεκατομμυριάκια.

Προφανώς, δεν τρέφει κανείς αυταπάτες ότι θα γίνουμε Αγγλία, αλλά η συνολική αναβάθμιση της ποιότητας του πρωταθλήματος με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων, σίγουρα θα πολλαπλασίαζε τα κέρδη. Αρκεί να λάμβανε κανείς υπόψιν ότι αναφερόμαστε σε ένα προϊόν, τόσο χαμηλής ποιότητας, που  τα προηγούμενα χρόνια ξέραμε τον νικητή προτού καν ξεκινήσει.

Η ώρα του απολογισμού είναι ώρα ευθύνης, τώρα που τα πανηγύρια της θριαμβευτικής φετινής πορείας αρχίζουν να κοπάζουν και τίθενται οι στόχοι της νέας χρονιάς.

Είναι όμως ώρα ευθύνης για όλους. Οι διοικητικοί ηγέτες όλων των ομάδων οφείλουν να αντιμετωπίσουν και το ελληνικό ποδόσφαιρο με την ίδια φροντίδα, την ίδια σοβαρότητα και τον ίδιο επαγγελματισμό, με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις υπόλοιπες επιχειρήσεις τους.

Οφείλουν όλοι να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να μιλήσουν με σοβαρότητα, με προτάσεις και σχέδια και όχι με φούστες και μπινελίκια, τα οποία πιθανώς κάποτε να ερέθιζαν τα κατώτερα ένστικτα μερίδας των οπαδών, όμως σήμερα μάλλον θυμηδία προκαλούν στην πλειοψηφία.

Αυτός, είναι ένας λόγος για να εξασφαλίσει κανείς την υστεροφημία του, με μοναδικό ίσως τίμημα ότι θα τη μοιραστεί με όσους συμβάλλουν σε μία ιστορική αλλαγή…

Πώς εξασφαλίζεται τελικά η υστεροφημία;