MENU

Αρχές σωτήριου έτους 1988, Λάρισα και ΑΕΚ διεκδικούν το πρωτάθλημα σε μια από τις πιο συγκλονιστικές μάχες της δεκαετίας του ’80. Η Ένωση βρίσκεται μόλις δυο βαθμούς πίσω από τους Θεσσαλούς αλλά στο εσωτερικό της επικρατεί ο απόλυτος αναβρασμός εξ αιτίας των γεγονότων στο κύπελλο με τον Ολυμπιακό.

Το πρώτο παιχνίδι στο Καραϊσκάκης είχε λήξει ισόπαλο 1-1 με ένα φάουλ του Βασιλάκου και την ισοφάριση του Σάκη Μουστακίδη προς το τέλος. Μόλις τρεις μέρες αργότερα διεξάγεται και το παιχνίδι πρωταθλήματος μεταξύ των δυο στη Φιλαδέλφεια όπου η ΑΕΚ κερδίζει εύκολα τους ερυθρόλευκους με 2-0 και άπαντες είναι βέβαιοι ότι και στη ρεβάνς του κυπέλλου θα παιχτεί το ίδιο σενάριο.

Σημειωτέον ότι ο Ολυμπιακός της εποχής μόλις είχε περάσει στην εποχή Κοσκωτά, έχει σαρώσει στις μεταγραφές και η αίσθηση είναι πως ανατέλλει μια νέα εποχή στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Είναι η εποχή που ο Κοσκωτάς δεν αγοράζει τα πάντα μόνο στο χώρο του ποδοσφαίρου, αλλά περνά σαν σίφουνας και από σχεδόν όλους τους επιχειρηματικούς κλάδους του τόπου.

Πριν τη μεγάλη ρεβάνς του κυπέλλου, ο Ολυμπιακός έχει μια δύσκολη έξοδο στη Νέα Σμύρνη όπου τον περιμένει ο Πανιώνιος του Θωμά Μαύρου και η ΑΕΚ ταξιδεύει στην Πάτρα για να παίξει στο Εθνικό Στάδιο της πόλης με την Παναχαϊκή στο παιχνίδι που τελικά θα μείνει στην ιστορία σαν το ματς που έκανε την Πάτρα καλοκαιρινή.

Παραμονές του αγώνα ο τότε Πρόεδρος της Παναχαΐκής, Άρης Λουκόπουλος, καταγγέλλει απόπειρα δωροδοκίας του στόπερ των Πατρινών Λεωνίδα Βόσδου και καλεί την πόλη της Πάτρας να σταθεί στο πλευρό της ομάδας «γιατί κέντρα των Αθηνών θέλουν να της κάνουν κακό». Γενικός ξεσηκωμός, τα εισιτήρια του αγώνα εξαντλούνται σε ελάχιστο χρόνο και το κλίμα είναι σχεδόν πολεμικό.

Η κατηγορούμενη ΑΕΚ που βρίσκεται σε άμυνα απαντά με 5 χιλιάδες εκδρομείς-«πετσιά», οι οποίοι μαζί με ντόπιους οπαδούς της Ένωσης γεμίζουν ασφυκτικά ολόκληρο το ένα πέταλο του Εθνικού Σταδίου. Εκείνο το μεσημέρι σπάει το ρεκόρ εισιτηρίων και εισπράξεων σε ένα γήπεδο που είναι οπλισμένο σαν αστακός.

Όλα έδειχναν να κυλούν σε λογικό πλαίσιο πριν το πρώτο σφύριγμα του Αθηναίου διαιτητή Κώστα Ακρίδα. Η ένταση είχε αποκλιμακωθεί, οι ποδοσφαιριστές δεν είχαν τίποτα να χωρίσουν και η αστυνομία έδειχνε να ελέγχει την κατάσταση. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα επακολουθούσε, ποια θα ήταν η εξέλιξη και κυρίως η κατάληξη εκείνου του φαινομενικά απλώς φανατισμένου αγώνα.

Κι όμως, εκείνο το παιχνίδι Παναχαϊκής – ΑΕΚ ήταν η αφορμή για να καταλήξουν δεκάδες άνθρωποι στο νοσοκομείο, για να… ανοικοδομηθεί το στάδιο, για να καταστραφούν περιουσίες και για να λεηλατηθεί η μισή σχεδόν πόλη της Πάτρας. Δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Μαινόμενοι χούλιγκαν έσπασαν τα κάγκελα του Εθνικού Σταδίου της Πάτρας, ξερίζωσαν το χόρτο, κατέστρεψαν το ταρτάν, τις διαφημιστικές πινακίδες, κατεδάφισαν τα αποδυτήρια του παράπλευρου βοηθητικού γηπέδου.

Σχεδόν όλα τα παραπάνω on camera και με την ελληνική αστυνομία ανήμπορο θεατή. Όπως πάντα, επισήμως ειπώθηκε ότι η δύναμή της δεν επαρκούσε, παρά το γεγονός ότι η φημολογία/καταγγελία για απόπειρα δωροδοκίας του Βόσδου είχε βάλει μπαρούτι στην αναμέτρηση και η ΑΔ Πελοποννήσου θα έπρεπε να ζητήσει επιπλέον ενισχύσεις.

Όταν ελάχιστα λεπτά πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, έγινε γνωστό ότι ο Βόσδου ξεκινάει βασικός και κυκλοφόρησε η είδηση ότι κάθε παίκτης της Παναχαϊκής θα εισπράξει έξτρα πριμ 300 χιλιάδων δραχμών σε περίπτωση νίκης, το πράγμα έγινε μη διαχειρίσιμο.

Ο Άρης Λουκόπουλος ήταν μεν ένας πολύ έμπειρος παράγοντας και ένας καλός «κουμανταδόρος» σαν πρόεδρος, η οικονομική του επιφάνεια ωστόσο (διατηρούσε κατάστημα με φωτιστικά στην πόλη) δύσκολα επέτρεπε τέτοιου είδους υπερβάσεις. Ο συνειρμός ήταν άμεσος στο μυαλό όλων: το πριμ δεν είναι του Λουκόπουλου, αλλά «το δίνει ο Κοσκωτάς».

Το ματς ξεκίνησε με το γήπεδο να βράζει, με τρομερή καχυποψία και απόλυτη νωθρότητα από πλευράς ΑΕΚ. Η ανυπαρξία μαχητικότητας και σθένους από την πλευρά της ΑΕΚ ήταν χαρακτηριστικά, οι παίκτες του Τόζα Βεσελίνοβιτς βγήκαν σαν υπνωτισμένοι στο χόρτο και αναμενόμενα η Παναχαϊκή βγήκε να πιέσει στην επίθεση.

Στην πρώτη επίσκεψη της ΑΕΚ στα αντίπαλα καρέ, σε ένα γέμισμα από φάουλ του Βασίλη Βασιλάκου έγινε η φάση που τίναξε στον αέρα και τις τελευταίες ελπίδες για ομαλοποίηση της κατάστασης. Ο δακτυλοδεικτούμενος ως «πιασμένος» Λεωνίδας Βόσδου, πριν η μπάλα καταλήξει στο κεφάλι του Κούτουλα, άπλωσε το χέρι του και έδιωξε τη μπάλα. Αν και το πέναλτι είναι καταφανέστατο, ο Ακρίδας κλείνει τα μάτια και το γήπεδο παίρνει φωτιά.

"Μπήκα στον αγώνα σφιγμένος εξ' αιτίας των όσων είχαν προηγηθεί και λέρωναν το όνομά μου. Στα πρώτα λεπτά βρισκόμουν ουσιαστικά εκτός αγώνα. Στη φάση που οι παίκτες και οι φίλαθλοι της ΑΕΚ ζήτησαν πέναλτι, δεν πολυκατάλαβα τι συνέβη. Έβλεπα τη μπάλα να ‘ρχεται προς το μέρος μου μετά τη σέντρα, έκανα μερικά βήματα προς τα πίσω και σηκώθηκα να αποκρούσω. Ε, βρήκε η μπάλα το χέρι μου, βρήκα κι εγώ το πόδι κάποιου αντιπάλου με αποτέλεσμα να πέσω. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα, εκείνη την ώρα βρισκόμουνα σε σύγχυση. Η μπάλα ακούμπησε στο χέρι μου και μάλιστα σε αυτό που με πονάει εδώ και δύο βδομάδες. Νομίζω ότι ήταν πέναλτι, αλλά ο διαιτητής δεν το είδε" είπε ο ίδιος ο Βόσδου για εκείνη τη φάση που αποτέλεσε το έναυσμα του δράματος.

Επιστρέφοντας στο ματς, όσο το σκορ παρέμενε στο 0-0 υπήρχε πάθος, φανατισμός και τα «κλασσικά» της δεκαετίας του ’80 στην εξέδρα. Μπουκάλια, κέρματα που πετάγονταν με χαρακτηριστική ευκολία και το γνωστό… οικογενειακό υβρεολόγιο. Το πράγμα ξέφυγε εντελώς λίγο πριν βγει το ημίχρονο.

Ο Γκρίλας πασάρει στον Παναγιωτίδη, ο Πόντιος μπαίνει στην περιοχή σπάζοντας το τεχνητό offside και με δυνατό σουτ ανοίγει το σκορ. Οι ΑΕΚτζήδες τρελαίνονται. Με τη λήξη του ημιχρόνου, έπεσαν τα πρώτα κιγκλιδώματα και άρχισε ο λιθοβολισμός των παικτών της Παναχαϊκής που το έβαλαν στα πόδια για τα αποδυτήρια. Όταν ξαναμπήκαν στο γήπεδο, τους υποδέχτηκαν ξανά με πέτρες οι οπαδοί της ΑΕΚ και μια χειρονομία του Βουγιαντίνοβιτς στην πλευρά των φανατικών δημιούργησε την τελική έκρηξη.

Ο πιο θερμόαιμος έκανε ντου στον αγωνιστικό χώρο, κινήθηκε απειλητικά προς τους παίκτες της Παναχαϊκής, αλλά τον πρόλαβαν οι αστυνομικοί και σηκωτό τον έβγαλαν έξω. Από 'κει και πέρα ασυγκράτητοι οι οπαδοί τα έκαναν "Γης Μαδιάμ" και δεν εκτονώθηκαν ούτε κι όταν αφέθηκε ελεύθερος ο «μπουκαδόρος» συνοπαδός.

Το δεύτερο ημίχρονο ξεκινάει με τα ΜΑΤ και τα ΜΕΑ να έχουν κλείσει το οπτικό πεδίο των οπαδών της ΑΕΚ , με όλο το γήπεδο να φωνάζει «έτσι γαμ@νε οι Πατρινοί» και τους ΑΕΚτζήδες αφιονισμένους να προετοιμάζουν την αντεπίθεση.

Λίγο πριν τη συμπλήρωση μιας ώρας μπήκε και το δεύτερο γκολ της Παναχαϊκής. Έκρηξη χαράς για τους πάνω από δέκα χιλιάδες Πατρινούς στις κερκίδες, η ΑΕΚ στα σχοινιά. Μείωσε με μια κοντινή κεφαλιά του Δανού Νίλσεν πέντε λεπτά αργότερα, αλλά η υπεροχή της στο τελευταίο ημίωρο απέβη άκαρπη.

Ό,τι κι αν έκαναν οι ποδοσφαιριστές της ΑΕΚ σταματούσε στον οίστρο και την αυταπάρνηση του «πιασμένου» Λεωνίδα Βόσδου, κορυφαίου του γηπέδου. Όταν λίγο πριν τη λήξη ο Βουγιαντίνοβιτς αποβάλλεται με δεύτερη κίτρινη κάρτα, γίνεται αντιληπτός και ο λόγος που οι φίλοι της ΑΕΚ έμεναν φαινομενικά φρόνιμοι στο πέταλο.Το σχέδιό τους ήταν σιγά σιγά να ξεριζώσουν τα κιγκλιδώματα, να σπάσουν τις τσιμεντένιες βάσεις και να έχουν άμεση πρόσβαση στον αγωνιστικό χώρο, αφού πλέον τους χώριζε μόνο μια τάφρος βάθους και πλάτους τριών περίπου μέτρων.

Το ματς λήγει και οι αστυνομικοί φοβισμένοι προσπαθούν να κρατήσουν τους οπαδούς της ΑΕΚ στη θύρα 4, ώσπου να αποχωρήσουν οι ντόπιοι θεατές. Η έμπνευση αποδείχτηκε ατυχέστατη. Οι ΑΕΚτζήδες πήραν τα σπασμένα κάγκελα, τα έκαναν "γέφυρες" και πατώντας πάνω πέρασαν την τάφρο και μπήκαν στο τερέν.

Κατέστρεψαν το χόρτο, το ταρτάν, ξήλωσαν τις πινακίδες, τα τέρματα και συγκρούστηκαν με τις αστυνομικές δυνάμεις. Μετά από αρκετή ώρα οι άνδρες των ΜΕΑ κατάφεραν να τους συγκεντρώσουν πάλι στην εξέδρα και από εκεί να τους οδηγήσουν στο βοηθητικό γήπεδο. Το αποτέλεσμα ήταν και πάλι ολέθριο.

Ισοπέδωσαν κυριολεκτικά τα ξύλινα αποδυτήρια που υπήρχαν εκεί, καταστρέφοντας τα γραφεία και τα όργανα γυμναστικής. Το «σχέδιο» της αστυνομίας στέφθηκε με ολοκληρωτική αποτυχία και μάταια ο Αστυνομικός Διευθυντής ψέλλιζε ότι έγινε η συγκεκριμένη επιλογή για να αποφευχθούν τα επεισόδια με τους εξερχόμενους Πατρινούς φιλάθλους που είχαν ήδη σκορπίσει στους γύρω δρόμους.

Το ξύλο με τα ΜΑΤ ήταν αλύπητο και στο μεταξύ ο ένας επόπτης βρέθηκε στο έδαφος χτυπημένος από πέτρα και οι άλλοι δύο τρέχοντας μπήκαν στην καταπακτή. Όσοι άτυχοι δεν είχαν αποχωρήσει (κυρίως άνθρωποι των ΠΑΕ και υπάλληλοι του γηπέδου) από το Εθνικό Στάδιο της Πάτρας που έμοιαζε με πεδίο πολέμου, είχαν μαζευτεί στα δημοσιογραφικά για να αποφύγουν το ξύλο, τις πέτρες, τα κομμένα κονσερβοκούτια που άγνωστο πως, πετούσαν οι απ’ έξω στους μέσα.

Στα αποδυτήρια πια, ο τρομοκρατημένος Ακρίδας προσπαθούσε να κλείσει γρήγορα το φύλλο αγώνα: "Μετά το τέλος του αγώνα φίλαθλοι με κίτρινα κασκόλ πέταγαν πέτρες, ξύλα και άλλα αντικείμενα μέσα στον αγωνιστικό χώρο, με αποτέλεσμα μια πέτρα να χτυπήσει τον έναν επόπτη. Οπαδοί της ΑΕΚ φώναζαν το σύνθημα "Βόσδου γαμ..ται η μάνα σου" και ένα άλλο σύνθημα υβριστικό, το οποίο δεν το συγκράτησα. Φίλαθλοι με μοβ κασκόλ φώναζαν το σύνθημα "Έτσι γαμ@νε οι Πατρινοί." έγραψε μεταξύ άλλων ο διαιτητής.

Έξω από τα αποδυτήρια, τα ασθενοφόρα δεν προλάβαιναν να μεταφέρουν στο νοσοκομείο δεκάδες (ελαφρά) τραυματίες φιλάθλους της Παναχαϊκής που χτυπήθηκαν με πέτρες, κουτιά και άλλα αντικείμενα από εξοργισμένους οπαδούς της ΑΕΚ. Ανάμεσα στους τραυματίες κι ο διευθυντής των γραφείων της πατρινής ΠΑΕ Κώστας Φραγκάκης, ο οποίος δέχτηκε πέτρα στο κεφάλι και αιμόφυρτος μεταφέρθηκε πρώτα στο ιατρείο του Σταδίου και κατόπιν στο νοσοκομείο.

Οι οπαδοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το βοηθητικό του Εθνικού Σταδίου Πατρών, όπου είχαν σταθμεύσει τα πούλμαν τους, έσπασαν την τσιμεντένια εξέδρα στη θύρα 3, κατέστρεψαν τα αποδυτήρια, έσκισαν τα δίχτυα των εστιών και προξένησαν σημαντικές φθορές σε αυτοκίνητα έξω από το γήπεδο. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της αστυνομίας οι ζημιές έφταναν το ενάμισι εκατομμύριο δραχμές (αργότερα συνυπολογίζοντας και τις ζημιές στην πόλη και τις υπόλοιπες στα δύο γήπεδα, ο λογαριασμός ξεπέρασε τα 5 εκατομμύρια). Εικόνα βομβαρδισμένης πόλης θύμιζε και η περιοχή γύρω από το γήπεδο, καθώς οι οργισμένοι οπαδοί  είχαν κυριολεκτικά σαρώσει στο πέρασμά τους, ότι προεξείχε του εδάφους.

Ένα μέρος των οπαδών της ΑΕΚ πήγε με τα πόδια "πορεία" μέχρι την Πλατεία Μαρούδα και ένα άλλο μέρος μέχρι το σταθμό των υπεραστικών λεωφορείων, συνεχίζοντας και εκεί τις καταστροφές. Δύο ώρες μετά τη λήξη του παιχνιδιού επιβιβάσθηκαν επιτέλους στα 49 πούλμαν για να φύγουν από την Πάτρα. Η Αστυνομία με ειδικό σχέδιο τους οδήγησε από τον παραλιακό δρόμο, ενώ πολλοί Πατρινοί φίλαθλοι είχαν συγκεντρωθεί στην Πλατεία Μαρούδα, από την οποία κανονικά έπρεπε να περάσουν τα πούλμαν για να περισυλλέξουν τους υπόλοιπους και να βγουν στην Εθνική οδό.

Ο απολογισμός ήταν μέχρι τότε 11 αστυνομικοί και 13 πολίτες στο νοσοκομείο, σπασμένα παρμπρίζ σε 12 αυτοκίνητα πέριξ του γηπέδου, 8 βιτρίνες «κατεβασμένες» και 3 αστικά λεωφορεία κατεστραμμένα. Όσο περνούσε η ώρα, ο αριθμός των τραυματιών ολοένα και αυξανόταν, οι ζημιές πολλαπλασιάζονταν και η αστυνομία δεν ήξερε που να πρωτοστραφεί στις εκατοντάδες κλήσεις που δεχόταν εκείνο το βράδυ.

Προκλήθηκαν ζημιές σε δύο εργοστάσια κοντά στο γήπεδο, σε 15 σπίτια, ζημιές άνω του ενός εκατομμυρίου σε δημόσια περιουσία και οι συλληφθέντες ήταν μηδέν. Το επιχείρημα της αστυνομικής διεύθυνσης Πατρών ήταν ότι εάν οι αστυνομικοί και τα ΜΑΤ ακολουθούσαν / κυνηγούσαν τους οπαδούς μέσα στην πόλη θα θρηνούσαμε θύματα.

Η ισοπέδωση της Πάτρας