MENU

Άκομψα (επιεικώς), απότομα, χωρίς να καλέσει τους μάρτυρες που ζητούσε η αντιπολίτευση , ορισμένοι εκ των οποίων πέραν πάσης αμφιβολίας θα είχαν να συνεισφέρουν πολλά στην συζήτηση για την απόδοση ευθυνών. Αλλά βέβαια η απόδοση ευθυνών δεν αποτέλεσε  ποτέ το πραγματικό ζητούμενο της Εξεταστικής. Όπως αποδείχθηκε πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της -απολύτως ντροπιαστικής- διαδικασίας, ο στόχος της κυβερνητικής πλειοψηφίας ήταν να “πάμε παρακάτω”. 

Δεν στέκομαι καν στα στιγμιότυπα που έγιναν viral (στα social media κυρίως) όπως η  κατάθεση της κ. Μαρίας Καρυστιανού (μητέρας μιας έφηβης κόρης που έχασε τη ζωή της στα Τέμπη και προέδρου της οργάνωσης “Τέμπη 2023”), οι ειρωνείες προς τους μάρτυρες/επιζώντες του δυστυχήματος ή η διαπίστωση/παραίνεση του κ. Καραμανλή προς τους συγγενείς ότι ο πόνος τους -πρέπει να – είναι βουβός.  Τα παραπάνω εμπίπτουν στην συναισθηματική προσέγγιση του θέματος και ίσως  δεν βοηθούν για να βγουν ψύχραιμα συμπεράσματα – παρότι η κ. Καρυστιανού μίλησε με καθαρή σκέψη και με σαφώς περισσότερη ψυχραιμία από όση θα δικαιούταν να έχει ένας άνθρωπος στην δική της θέση! 

Μιλώ για ξεκάθαρες παραλείψεις και μεθοδεύσεις. 

Για παράδειγμα ο πρώην Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κώστας Αγοραστός κλήθηκε τελευταίος. Είχε προηγηθεί ποινική δίωξη εις βάρος του κι έτσι στην Εξεταστική της Βουλής επικαλέστηκε το δικαίωμα στην σιωπή. Η άσκηση ποινικής δίωξης ήταν πολύ πιθανή, το γνώριζαν οι περισσότεροι. Για ποιο λόγο δεν κλήθηκε νωρίτερα λοιπόν ώστε να μην μπορεί να την επικαλεστεί; 

Για ποιο λόγο δεν κλήθηκαν μάρτυρες όπως ο Χρήστος Κατσιούλης (υπάλληλος της ΕΡΓΟΣΕ και πρώην πρόεδρος της επιτροπής παρακολούθησης του συστήματος ETCS, ο οποίος στην επιστολή παραίτησής του προς τη εταιρεία επεσήμανε τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου της τηλεδιοίκησης), ο Κώστας Σπηλιόπουλος (πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ), ο γνωστός Κώστας Γενηδούνιας (πρόεδρος των μηχανοδηγών του ΟΣΕ και ναι, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ) ακόμα και ο Χρήστος Τριαντόπουλος, ο αρμόδιος υφυπουργός που φέρεται να έδωσε την εντολή για το μπάζωμα στον σημείο του δυστυχήματος;

Για ποιον λόγο δεν κλήθηκαν στελέχη του Υπουργείου Μεταφορών που είχαν εκφράσει τις ανησυχίες τους για την κατάσταση των σιδηροδρόμων, πριν την μοιραία μέρα; 

Για ποιο λόγο δεν εξετάστηκε ένας τεράστιος όγκος στοιχείων; 

Για ποιον λόγο δεν περίμενε η Επιτροπή το πόρισμα της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας; 

Για ποιο λόγο κλήθηκαν υπουργοί από το 1997, αν όχι για να συσκοτίσουν την υπόθεση και να προκαλέσουν συμπεράσματα του στιλ: “όλοι φταίνε”;

Τα μέλη της Επιτροπής που ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, την Νέα Αριστερά, την Ελληνική Λύση και τους Σπαρτιάρες αποχώρησαν μόλις έμαθαν την απόφαση να ολοκληρωθούν οι εργασίες της, παρότι επι σειρά μηνών ο  πρόεδρός της  κ. Κώστας Μαρκόπουλος τους καθυσύχαζε ότι θα κληθούν όλοι οι μάρτυρες. Μέχρι να τους ενημερώσει τελικά την Τετάρτη πώς ουδείς άλλος θα κληθεί και ότι το πόρισμα της Εξεταστική θα γίνει γνωστό μέχρι τις 11 Μαρτίου. 

Εκείνο που ήταν έτσι κι αλλιώς γνωστό από πριν,  μα  κατέστη  οδυνηρά πασιφανές κατά τη διάρκεια -και- αυτής της Εξεταστικής είναι ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όταν πρόκειται να αυτοπροστατευθεί, δεν έχει  δισταγμό,  αξιοπρέπεια, ντροπή. 

Επί της ουσίας,  είναι νομίζω  τόσο  ξεκάθαρο πια  ότι αν είχαν γίνει τα στοιχειώδη τουλάχιστον όσον αφορά στην σηματοδότηση και στην τηλεδιοίκηση, το δυστύχημα θα είχε κατά πάσα βεβαιότητα αποφευχθεί, ώστε κάθε προσπάθεια να αποδοθεί αποκλειστικά σε ανθρώπινο λάθος καταντά γελοία – όσο γελοίος ακούστηκε ο κ. Καραμανλής όταν κατέθετε πώς “΄έτσι κι αλλιώς και αυτά τα συστήματα τα χειρίζονται άνθρωποι”. 

Βεβαίως ο πρώην υπουργός επικαλέστηκε την κρίση των Σερραίων στις πρόσφατες εκλογές όταν τον ρώτησαν για την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Η κάλπη στην προκειμένη περίπτωση λειτούργει στο δικό του μυαλό σαν κολυμβήθρα  του Σιλωάμ. 

Το ίδιο άλλωστε θεωρεί και ολόκληρη η κυβέρνηση για μια σειρά θεμάτων: Υποκλοπές, Τέμπη, ακρίβεια κλπ.; Ναι, εντάξει, αλλά 41%.

Λίγους μηνες μετά τα Τέμπη.  

Με αυτό το 41% σαν όπλο,  η πλειοψηφία της Εξεταστικής αποφάσισε και την ολοκλήρωση των εργασιών της. Κι ας διαμαρτύρονται οι συγγενείς των θυμάτων (όσοι  δεν επέλεξαν τον βουβό πόνο!).   

Και κάπως έτσι, η συγκεκριμένη Εξεταστική με την στάση της μέχρι και την τελευταία στιγμή, επιβεβαίωσε πανηγυρικά την αλαζονεία μιας κυβέρνησης που ακόμα και μπροστά στις σορούς 57 ανθρώπων,  λειτουργεί με την κυνική  βεβαιότητα πως ότι ουδείς θα την θέσει πραγματικά προ των ευθυνών της, ούτε η δικαιοσύνη, ούτε τα κεντρικά ΜΜΕ, ούτε  δυστυχώς η κοινωνία.

Το πρώτιστο τη δεδομένη στιγμή είναι να διαψευστεί αυτή η πεποίθηση και το έγκλημα να μην περάσει ατιμώρητο. 

Ταυτόχρονα όμως το όνειδος της Εξεταστικής χτυπά ένα ακόμα καμπανάκι για την δημοκρατική λειτουργία αυτής της χώρας.  

Αν σταματήσουμε να κάνουμε ότι δεν το ακούμε, ίσως το ακούσουν εγκαίρως και εκείνοι που πρέπει. 

Το όνειδος της Εξεταστικής Επιτροπής για τα Τέμπη και το καμπανάκι για την δημοκρατία