MENU

Σάββατο απόγευμα προς βράδυ… Από εκείνα τα δραστήρια, που έχουν ξεκινήσει από το μεσημέρι και θα τελειώσουν κάπου τα μεσάνυχτα, με κάποιο αυτοσχέδιο γερανό να πρέπει να σε σηκώσει από τον καναπέ και μια εταιρία αναδόμησης να πρέπει να επισκεφτεί το σπίτι την επόμενη μέρα για να δώσει κανονικό σχήμα στα μαξιλάρια. Στο σπίτι με τη Μαίρη… Αφού φάγαμε, αφού ήπιαμε (σ.σ. καφέ, μην πάει το μυαλό σας σε τίποτα extreme και νομίζετε ότι έχουμε κοινωνική ζωή) , αφού είδαμε όλα τα παιχνίδια μπάσκετ που μπορεί να είχε η τηλεόραση (σ.σ. από ελληνικό ως τουρκικό και ρωσικό πρωτάθλημα), ήρθε η ώρα για την ταινία. Το stickάκι έτοιμο. Πρέπει να ήταν κάπου στις αρχές του χρόνου ή πριν φύγει ο προηγούμενος. Τουλάχιστον δύο Οσκαρικές ταινίες ήταν έτοιμες για προβολή. Σίγουρα το «Jude», το οποίο ειρήσθω εν παρόδω δεν έχουμε αξιωθεί να δούμε ακόμα. Η Ρενέ το πήρε το Όσκαρ, έκανε μια από τις πιο βαρετές, άχρωμες και ασύνδετες ομιλίες που έχουν γίνει ποτέ, όμως εμείς ακόμα τίποτα.

Στο τελευταίο ζάπινγκ «Open TV». Κυριολεκτικά και όχι για λόγους διαφήμισης. Εκεί γύρω στις 8. «Η γυναίκα μου τρελάθηκε».

  • Μα, θα δούμε ελληνική ταινία τώρα. Σοβαρά;
  • Έλα, έλα μόνο λίγο. Είναι η Μαίρη Αρώνη!
  • Α, είναι η ταινία με τις πεταλουδίτσες;
  • Ναι, ναι!
  • Ωραία, άστη!

Στη συνομιλία που προαναφέρεται εγώ είμαι που παίζω τη σοβαρή κουλτουριάρα, η οποία πρέπει να δει Ζελβένγκερ και όχι Φίνος Φιλμς. Πέρασε μιάμιση ώρα. Το πόσο γελάσαμε δε χρειάζεται να σας το πω. Δυνατά. Ασταμάτητα. Παρατηρούσαμε την ευφυΐα των διαλόγων, την τοποθέτηση των ηθοποιών, την διαχρονικότητα των διαλόγων σαν θεατές που – και όντως έτσι ήταν – έχουν δει την ταινία εκατό φορές και ψάχνουν κάτι καινούργιο, και ταυτόχρονα σαν παιδιά που τη βλέπουν για πρώτη φορά. Για πρώτη φορά. Αυτά τα παιδιά είμαστε. Αυτά τα παιδιά που δύσκολα μπορεί να καταλάβει μια νεότερη γενιά που δε μεγάλωσε περιμένοντας κάθε Σάββατο την Αλίκη, την Τζένη, τον Λάμπρο, τον Διονύση και τον Κώστα!

Ο Κώστας Βουτσάς. Η αφορμή γι’ αυτό το μπλογκ. Η αφορμή για να ξυπνήσουν όλες οι αναμνήσεις. Οι αναμνήσεις από το «Κατίνα σαλαμάκι» σε ένα σπίτι που κυνηγούσε ο μεγάλος αδερφός τη μικρότερη για το… σαλαμάκι που πονούσε. Ναι, ναι, αν το θυμάσαι είχες υπέροχα παιδικά χρόνια, αλλά sorry κιόλας έχεις ξεκουτιάνει λιγάκι! Οι αναμνήσεις από ένα άλλο βράδυ, όταν πήγα για ύπνο στις 4π.μ. παρακολουθώντας τον Κώστα Βουτσά να πείθει την Έλενα Ναθαναήλ ότι είναι «όλα καλά και όλα ανθηρά»! Μια ατάκα που παίζει λιγότερο από εκείνες που έχουν κατακλύσει από το πρωί τα social media και τη χρειαζόμαστε τόσο πολύ.

Οι αναμνήσεις από τον Τζακ που μιλούσε με ακραία προφορά απόγονου Κωνσταντινοπολιτών στη «Νύχτα Γάμου» και μας θύμιζε με τον αδερφό μου τις δικές μας γιαγιάδες και τους δικούς μας παππούδες. Ήμασταν κι εμείς κάποτε κάποιου «τζιέρι». Οι αναμνήσεις από τον άλλο Τζακ, εκείνον από το Λονδίνο που πρόσφατα πέτυχα ένα μεσημέρι και χάζευα με τον χορό του Βουτσά, της Βαλσάμη και του μικρού αδερφού που πάντα έτρωγε τις σφαλιάρες. Απλώς, χάζευα. Μαγευόμουν. Με ρουφούσε η οθόνη και συνήλθα μόνο για να βγάλω ένα βίντεο 30 δευτερολέπτων και να το στείλω σε μια άλλη φίλη μου, για να της δώσω λύση στο αειθαλές πρόβλημα του γαμπρού που θέλει το σπίτι.

Πού καταλήγει όλο αυτό; Ίσως και πουθενά. Δεν σας έχει τύχει να θέλετε να γράψετε, χωρίς να ξέρετε αν υπάρχει συμπέρασμα; Απλώς για να βγάλετε τα συναισθήματα… Έτσι ήταν από το πρωί. Μόλις διάβασα για το χαμό του Κώστα Βουτσά, σκέφτηκα ότι αυτό θέλω να κάνω σήμερα. Να γράψω για εκείνη την εποχή. Όχι την εποχή που έζησαν (σ.σ. για πόσο μεγάλη με περνάτε, εντέλει;), αλλά για την εποχή που μας χάρισαν. Τις εποχές! Πόσες γενιές μεγάλωσαν με τις ίδιες εικόνες; Πόσες γενιές νανουρίστηκαν με τις ίδιες ατάκες; Πόσες γενιές γέλασαν με τις ίδιες γκριμάτσες;

Κάπου πήρε το μάτι μου μερικά σχόλια στα social media. Προφανώς από άτομα μικρότερης ηλικίας, που δε γνώρισαν ποτέ τη συνήθεια του Σαββάτου. Είχαν κάτι σαν ένα μοδάτο «RIP» ή το τρισκατάρατο «Καλό παράδεισο» με τη συμπλήρωση ότι «δε σε είδα και πολύ, δε σε εκτίμησα ιδιαίτερα, αλλά εντάξει, καλός πρέπει να ήσουν». Σίγουρα σηκώνει συζήτηση αν ήταν καλός. Όμως όχι από μας. Ας την κάνουν οι κριτικοί  ̇ εξάλλου στο πέρασμα των χρόνων και φτάνοντας προς το ισοπεδωτικό σήμερα, όλο και περισσότερο γινόταν διαχωρισμός των ηθοποιών που μας μεγάλωσαν. Η μία έκανε για θέατρο, η άλλη για κινηματογράφο. Ο ένας ήταν τσιγκούνης, ο άλλος ήταν άπιστος. Βρε, αφήστε τα είδωλά μας ανέγγιχτα. Αφήστε μας να θυμόμαστε τον Κώστα Βουτσά σαν άφραγκο Ωνάση ή ακόμα και σαν «Ιππότη της Λακκούβας» στις καμένες βιντεοκασέτες που με μανία παρακολουθούσαμε στη δεκαετία του ’80. Αφήστε μας να χανόμαστε σε δεκαετίες που δε ζήσαμε, αλλά κάθε φορά που τις παρακολουθούμε θυμόμαστε εκείνες που πραγματικά ζήσαμε. Αφήστε μας να χανόμαστε στην παιδικότητα που τρέχαμε να δούμε στο πρόγραμμα της εβδομάδας ποια ελληνική ταινία θα δούμε το Σάββατο.

Ναι, σήμερα μοιάζουν ξεπερασμένες στα μάτια πολλών σήμερα. Ξέρετε κάτι; Δεν είναι ξεπερασμένες οι ταινίες, είναι τα μυαλά μας προκατειλημμένα. Πριν περίπου δέκα με δώδεκα χρόνια, η τότε ετών πέντε ανιψιά μου, έβλεπε τα καλοκαίρια ελληνικές ταινίες και ζητούσε κι άλλες. Μάθαινε ελληνικά από τις ελληνικές ταινίες και αγάπησε κάποιες από τις πρωταγωνίστριες. Της έβαζε η μαμά μου Αλίκη και έλεγα τι βάζεις στο παιδί; Βάλε Ντόρα καλύτερα. Έβλεπε Ντόρα, αλλά ήθελε να βλέπει και Αλίκη.

Πόσα πράγματα έγραψα τελικά για τον Κώστα Βουτσά; Ελάχιστα… Μα, τι παραπάνω να γράψεις σε μια μέρα που όλοι θα θυμηθούν έναν διαφορετικό τρόπο που τον γνώρισαν. Μόνο μια σκέψη: Όταν πέθανε ο Μάνος Αντώναρος, σκέφτηκα και μπορεί και να το είχα γράψει, πώς έλεγε τόσο όμορφα τις ιστορίες που, που αν βρεθεί δίπλα στο Θεό και αρχίσει με το δικό του τρόπο να τις διηγείται μπορεί και να συμπαθήσει ο Θεός τον άνθρωπο ξανά. Μας αγαπάει, αλλά δε μας συμπαθεί να ξέρετε… Τον κατηγορείτε; Αν το σκεφτείτε, είναι δεδομένο ότι συμβαίνει και σε σας κάτι παρεμφέρες, με τουλάχιστον ένα μέλος της ευρύτερης οικογένειάς σας. Τώρα, με τον Κώστα Βουτσά έχουμε μια ακόμα σπουδαιότερη ευκαιρία: Να τον πείσουμε ότι αξίζουμε τη ζωή που μας χαρίζει!

ΥΓ. Γύρω στις 9.30 η ταινία τελείωσε. Γυρίσαμε από το Open στο κανάλι της Cosmote με τις ελληνικές ταινίες. «Μια τρελή, τρελή οικογένεια».

  • Θα βάλουμε να δούμε το «Jude» τελικά;
  • Μα, είσαι καλά; Δε θα δούμε Πάστα Φλώρα;

Η σοβαρή κουλτουριάρα ούτε να ακούσει εκείνο το βράδυ για Ρενέ…

ΥΓ2. Αντί να ψάχνω για την τέλεια φωτογραφία, προτίμησα ένα screenshot από το βίντεο που έστειλα στη φίλη μου τον Ιανουάριο.

Goodbye Jack!

Jack, ας πούμε μερικές kouventos!