MENU

Ο μπαμπάς μου πέθανε στις 10 Ιουνίου 2022. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Σε τελικό στάδιο. Επομένως, με το που έγινε η διάγνωση άρχισε να γράφεται και το τέλος. Χωρίς, βέβαια, να μπορεί με σιγουριά η γιατρός να πει αν του έμεναν εβδομάδες ή μήνες ζωής. 

Στο διάστημα που μεσολάβησε από την διάγνωση μέχρι το θάνατό του, χρειάστηκε να νοσηλευτεί δύο φορές. Είχα γράψει τότε για όσα βιώνει ένας ασθενής και η οικογένειά του όταν βρεθεί στην ανάγκη στα επείγοντα ενός νοσοκομείου που εφημερεύει. 

Την πρώτη φορά τον πήγαμε στο νοσοκομείο με ιδιωτικό αυτοκίνητο. Την δεύτερη η κατάστασή σου ήταν τέτοια που έπρεπε να καλέσουμε ασθενοφόρο. 
Ένα χρόνο μετά, με όσα βλέπω και με όσα ακούω, νιώθω τυχερή που και ασθενοφόρο βρέθηκε να τον μεταφέρει, χωρίς να χρειαστεί να το περιμένουμε επί ώρες, και νοσοκομείο για να τον νοσηλεύσει, έναν ασθενή με καρκίνο σε τελικό στάδιο. 

Και το γράφω αυτό οργισμένη (και ζητώ συγγνώμη και για το ύφος και επειδή γράφω επί προσωπικού) με όσα είπε ένας υποψήφιος βουλευτής, δεν με νοιάζει ποιού κόμματος, εδώ το θέμα δεν είναι κομματικό, δεν είναι θέμα δεξιάς ή αριστεράς, είναι θέμα ανθρωπιάς ή απανθρωπιάς. 

«Πρέπει να δούμε την αξιολόγηση των πράξεων. Πόσες απ’ αυτές τις πράξεις που κάνουμε κάθε μέρα χρειάζονται; Δηλαδή ένα κόστος τεραστίων διαστάσεων μπορεί να γίνει αν περιορίσουμε μερικά πράγματα απ’ αυτά που δεν χρειάζονται να γίνουν. Δεν σημαίνει ότι δεν αγαπάμε τον άρρωστο αν πάμε και του πούμε ότι “δεν έχει νόημα να κάνουμε αυτό για σας”. Ένας καρκινοπαθής τελικού σταδίου δεν είναι υποχρεωτικό… Δεν θα τα καταφέρει, δεν έχει καλή πρόγνωση, πρέπει κάποια στιγμή να τραβήξουμε μια γραμμή. Γιατί; Γιατί είναι πάρα πολύ δύσκολο να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στα έξοδα που χρειάζονται για την αντιμετώπιση των συνανθρώπων. Υπάρχει ένα σημείο που δεν έχεις λόγο να κάνεις κάτι παραπάνω. Θα μου πει κάποιος ότι ο καλός Θεός έχει αποφασίσει διαφορετικά. Μα πράγματι, αλήθεια είναι αυτό το πράγμα, στο τέλος της ημέρας όμως τι θα γίνει; Αυτά τα πράγματα τα έχουν δει… Η Αμερική είναι ένα τρομακτικό παράδειγμα: Ψάχνουν τα πάντα, ψάχνουν το κόστος των πράξεων, το cost benefit ratio σε μία πράξη κτλ. Όταν είχαμε πάει στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με τη γυναίκα μου στην Αμερική, η πρώτη συζήτηση που είχαμε ακούσει ήταν πραγματικά πόσο ακριβό είναι το αμερικάνικο σύστημα. Γιατί ήταν τόσο πολύ ακριβό; Γιατί όλοι φτάνανε στο νοσοκομείο, σε όποια κατάσταση κι αν ήταν και γινόντουσαν τα πάντα για όλους. Και με αυτό τον τρόπο ανακαλύψανε ότι μετά από λίγο καιρό δεν θα μπορούσαν να παρέχουν υπηρεσίες σε κανέναν. Άρα θα πρέπει να κάνουν μια σχετική επιλογή το πόσο μπορούν να ξοδέψουν… Ακούγεται λίγο κυνικό – Δεν είναι κυνικό, είναι ανθρώπινο».

Μετά, βέβαια, και όταν άρχισαν οι αντιδράσεις (στα social media, όχι στα κανάλια και στις ιστοσελίδες που δεν έδειξαν να ενοχλούνται από τον κυνισμό) ο υποψήφιος βουλευτής, ο οποίος μάλιστα είναι και γιατρός και καθηγητής και πραγματικά σε αφήνει να απορείς η ψυχρή στάση του, προσπάθησε να ανασκευάσει κάνοντας λόγο για αποσπάσματα των δηλώσεών του που προκάλεσαν παρερμηνεία αυτών κλπ κλπ. 

Γνωρίζοντας ότι η θέση του είναι απάνθρωπη, ισχυρίστηκε ότι είναι ανθρώπινη, μετατρέποντας τη σε ηθικό δίλημμα: να πετάμε τα λεφτά παρέχοντας υπηρεσίες σε κάποιον που είναι τελειωμένος κι ας μην φτάσουν για τους άλλους; Ή προτιμάτε το αντίστροφο; Τέτοια αποκτήνωση θέλουν να μας προκαλέσουν. Να λέμε ότι είναι καλύτερα να πεθάνει ο διπλανός για να μην κρατάει κρεβάτι στο νοσοκομείο. 

Καμία παρερμηνεία. Ο ίδιος, εξάλλου, παραδέχθηκε πως αυτά που είπε μπορεί να μοιάζουν κυνικά. 

Kαι θυμάμαι ότι δεν έχουν περάσει χρόνια από όταν ένας υπουργός είχε δηλώσει πως ασθένειες όπως ο καρκίνος δεν θεωρούνται επείγουσες εκτός κι αν ο ασθενής είναι σε τελικό στάδιο. Ε, τώρα μπορούμε να περάσουμε στην επόμενη φάση όπου ακόμα και στο τελικό στάδιο μπορεί να κριθεί πως επιβαρύνει το νοσοκομείο, άρα ας τον πετάξουμε. Και αυτό δεν αφορά, προφανώς, μόνο τους καρκινοπαθείς, αλλά κάθε ασθενή με οποιαδήποτε νόσο σε τελικό στάδιο. Στον Καιάδα, ε; «Η ζωή σου, να το ξέρεις, είναι επικηρυγμένη. Να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει».

Και πριν από μερικά χρόνια, επίσης, δεν ήταν ένα παιδάκι, το οποίο αποφάσισε να μη βοηθήσει το κράτος, επειδή οι αρμόδιες αρχές και ο υπουργός, ο οποίος αρνήθηκε τότε να βάλει την υπογραφή του, έκριναν ότι η κατάστασή του ήταν μη αναστρέψιμη και επομένως δεν υπήρχε λόγος να εγκριθεί ένα ποσό από τα κρατικά ταμεία και τελικά μάζεψε χρήματα ο κόσμος και το παιδί πήγε στις ΗΠΑ και η κατάστασή του βελτιώνεται μέρα με τη μέρα; 

Ο μόνος που δικαιούται να αποφασίσει θα το παλέψει ή όχι όσο και απέλπιδα να είναι η κατάσταση, είναι ο ασθενής. Και σίγουρα όχι με όρους cost benefit. Κι αυτό στη δήλωση του υποψήφιου βουλευτή αφορούσε όλες τις πράξεις. Ο καρκινοπαθής ήταν απλά το παράδειγμά του. Σήμερα οι καρκινοπαθείς, αύριο άλλες βαριές ασθένειες, μεθαύριο οι υπερήλικες με εγκεφαλικά και με άνοια, μετά οι ΑΜΕΑ και πάει λέγοντας. Θα σου λένε ότι δεν έχουν ασθενοφόρο να σου στείλουν ότι θα πάει τζάμπα η βενζίνη. 

Η θεραπεία σε ασθενείς τελικού σταδίου είναι παρηγορητική, για να μην πονούν. Ακόμα και στο τελευταίο στάδιο της αρρώστιας του, είναι δικαίωμα η φροντίδα. Σκεφτείτε να ξέρετε ότι θα πεθάνετε και να πονάτε όλη μέρα και να έρχεται ο υποψήφιος βουλευτής και να σας λέει ότι κοστίζετε… 

Ζούμε σε μια χώρα που η δημόσια υγεία δεν είναι αγαθό, αλλά αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα. Όπου αποφασίζεται ότι το κόστος δεν αξίζει το όφελος. Είναι ο καρκινοπαθής, είναι η 63χρονη στην Κω, η 19χρονη στη Νέα Μάκρη, για τις οποίες δεν υπήρχε ασθενοφόρο για να μεταφερθούν σε νοσοκομείο και να σωθούν οι ζωές τους. 

Είσαι  καρκινοπαθης; Πεταμένα λεφτά είναι τα νοσήλεια. Είσαι έγκυος φτωχή; Περίμενε μέχρι να ξεψυχήσεις. Παθαίνεις συγκοπτικό επεισόδιο βράδυ; To ασθενοφόρο θα έρθει μετά δυόμισι ώρες. Αυτά μας λένε. Αυτά γίνονται! 
Έχεις να πληρώσεις; Θα ζήσεις. Δεν έχεις; Θα πεθάνεις. Και ο υποψήφιος βουλευτής, ένας γιατρός, μίλησε ως ένας επιχειρηματίας που κοιτάζει την τσέπη του και βλέπει απέναντί του πελάτες. Όπως τελικά κάνει και το κράτος, που δεν εξοπλίζει τα νοσοκομεία, που δεν κάνει προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού, που δεν στελεχώνει τα ασθενοφόρα. 

Και φτάνω κι εγώ κυνικά να σκέφτομαι πια, μιας και ο μπαμπάς μου δεν πρόλαβε να ζήσει πολύ μετά την διάγνωσή του, μήπως θα έπρεπε να ζητήσω… επιστροφή χρημάτων ίσων με αυτών που προσέφερε όλα τα χρόνια που δούλευε ως κρατήσεις στο ασφαλιστικό ταμείο για να τύχει περίθαλψης αν το χρειαστεί;

Ε, κύριε υποψήφιε βουλευτή; Ή, μήπως, το ξεπλήρωσε επειδή πέρασε είκοσι μέρες σε ένα δημόσιο νοσοκομείο πριν πεθάνει και επειδή βρέθηκε ασθενοφόρο όταν το χρειάστηκε; Ή μήπως τα λεφτά που ο καθένας από εμάς δίνει δουλεύοντας σε αυτή την χώρα για να έχει περίθαλψη θα θεωρεί δικά του λεφτά ο υποψήφιος βουλευτής; 

Ο αγώνας για την ζωή είναι μέχρι το τελευταίο λεπτό. Μέχρι την τελευταία ανάσα. Ουδείς έχει δικαίωμα να αντιμετωπίζει τον συνάνθρωπό του με κυνισμό. Να τον κοιτάζει στην τσέπη και όχι στα μάτια. Αν καταντήσουμε τόσο παλιάνθρωποι, ώστε να μη βλέπουμε τον πόνο, τότε χάθηκε η κοινωνία μας. 

Ο καρκινοπαθής τελικού σταδίου πλήρωνε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη επί χρόνια και δικαιούται την περίθαλψη μέχρι τελευταία στιγμή γιατί την έχει πληρώσει. Δεν είναι δικά σου τα νοσοκομεία, κύριε υποψήφιε βουλευτή και κύριε υπουργέ και κύριε πρωθυπουργέ, τα έχει πληρώσει ο πατέρας μου, η μητέρα μου, εγώ, ο κάθε πολίτης. 

Δεν μετριέται η ανθρώπινη ζωή με το πόσο κοστίζει. Όπως δεν μετριέται ο πόνος, η αγωνία, η ελπίδα. Η ελπίδα ότι μπορεί να υπάρξει άλλη μια μέρα ζωής. Η ελπίδα ότι μπορεί να έχεις άλλο ένα βλέμμα. H ελπίδα ότι θα συνεχίσεις να του κρατάς του χέρι, να του ακουμπάς το μέτωπο προσπαθώντας να τον ανακουφίσεις. Η ελπίδα ότι θα προλάβεις να πεις ένα ακόμα «σε αγαπώ», άλλο ένα «σε ευχαριστώ».
 

Ένας δικός μου άνθρωπος, ένας καρκινοπαθής σε τελικό στάδιο...